Η ΑΡΧΑΙΑ ΜΕΛΙΤΑΙΑ |
Η θέση της αρχαίας Μελιταίας, μιας από τις σημαντικότερες πόλεις της Αχαΐας Φθιώτιδας εντοπίζεται στα ανατολικά του σύγχρονου ομώνυμου δημοτικού διαμερίσματος της επαρχίας Δομοκού, στους βόρειους πρόποδες της Όθρυος, πλησίον του μυθικού ποταμού Ενιπέως. Αν και από γεωπολιτική άποψη ανήκε στην Αχαΐα Φθιώτιδα δε φαίνεται να διατηρούσε ιδιαίτερες σχέσεις με τις άλλες αχαϊκές πόλεις, ενώ αντίθετα, ήδη από τον 5ο αι. π.Χ., συνδέθηκε στενά με την πόλη των Φερών. Η στρατηγική της θέση, μιας και ήλεγχε την οδική αρτηρία που ένωνε, μέσω των Θαυμακών, τη Θεσσαλία με τον Μαλιακό κόλπο, τις Θερμοπύλες και τη Νότια Ελλάδα, καθώς και μια σειρά δικαστικών διευθετήσεων ανέδειξαν τη Μελιταία σε κυρίαρχη πόλη στην περιοχή του οροπεδίου του Δομοκού και της δυτικής Αχαΐας Φθιώτιδος.
Το 424 π.Χ. ο Βρασίδας, στρατηγός της Σπάρτης, συνάντησε στην Μελιταία απεσταλμένους από την Θεσσαλία προκειμένου να τον βοηθήσουν να διασχίσει αυτός και τα στρατεύματά του με ασφάλεια την Θεσσαλική γη στην πορεία του προς τη Θράκη. Το 394 π.Χ. ο Αγησίλαος της Σπάρτης νίκησε σε ιππομαχία επί του όρους νότια της Μελιταίας στην θέση «Αγκαθίτσα» το θεσσαλικό ιππικό και έστησε τρόπαιο ως ανάμνηση της νίκης του. Από τον 4ο αι. π.Χ. συμμετείχε ενεργά στη Δελφική Αμφικτιονία αποστέλλοντας τον ένα από τους δύο ιερομνήμονες που εκπροσωπούσαν την Αχαΐα Φθιώτιδα. Εκτός όμως από ιερομνήμονες η Μελιταία είχε πρέσβεις και σε άλλες πόλεις αλλά και ξενοδόκους, μάρτυρες οι οποίοι μετέβαιναν σε γειτονικές πόλεις προκειμένου να επιλύσουν συνοριακές διαφορές που προέκυπταν μεταξύ των πόλεων αυτών και επιλύονταν από ξένους δικαστές. Κατά τη διάρκεια του Λαμιακού Πολέμου, οι συμμαχικές δυνάμεις μετέφεραν στην καλά οχυρωμένη πόλη της Μελιταίας τον εξοπλισμό τους, ενώ από τα μέσα του 3ου αι. π.Χ εισέρχεται στους κόλπους της Αιτωλικής Συμπολιτείας και μάλιστα το 223/2 π.Χ. ο Άρχιππος από τη Μελιταία κατορθώνει να ανέβει σε ένα από τα ύπατα αξιώματα των Αιτωλών, αυτό του γραμματέα του Κοινού. Στον 3ο αι. δημιουργείται μια Συμπολιτεία μεταξύ της Μελιταίας και της μικρότερής της Πήρειας, του σημερινού Πετρωτού. Το 217 π.Χ. ο Φίλιππος ο Ε’ ύστερα από μια αιφνιδιαστική επίθεση απέτυχε να καταλάβει την πόλη εξαιτίας του μεγάλου ύψους των τειχών της. Στα χρόνια της Αιτωλικής Συμπολιτείας ο Αμύναδρος, βασιλιάς των Αθαμανών έδωσε στην πόλη 42.000 δραχμές προκειμένου να επισκευάσει τα τείχη και τις πύλες της. Επίσης από τη Μελιταία καταγόταν ο Φοξίδας, στρατηγός του Πτολεμαίου του Φιλοπάτωρα της Αιγύπτου, ο οποίος πολέμησε στο πλευρό του έχοντας 8.000 οπλίτες υπό την εποπτεία του στη μάχη της Ράφια στη Συρία κατά του Αντίοχου του Γ’ το 217 π.Χ. Το 86 π.Χ. έξω από τα τείχη της Μελιταίας συναντήθηκαν τα στρατεύματα των Ρωμαίου στρατηγών Σύλλα και Φλάκκου χωρίς όμως να συγκρουστούν μεταξύ τους.
Η πόλη ήταν ισχυρά οχυρωμένη με τείχος πάχους 3.80μ. περίπου. Χωριζόταν με εσωτερικό τείχος σε άνω και κάτω πόλη και στο ανώτερο σημείο δέσποζε η ακρόπολη. Ο Στράβων αναφέρει ότι το παλαιότερο όνομα της πόλης ήταν Πύρρα και ότι στην αγορά της υπήρχε ο τάφος του Έλληνα, γιου του Δευκαλίωνα και της Πύρρας. Η πόλη φαίνεται να κατείχε μια αρκετά μεγάλη έκταση η οποία κάλυπτε περίπου 462 km2, τα όρια της οποίας είναι γνωστά με αρκετή ακρίβεια χάρη στις επιγραφικές μαρτυρίες και κατά κάποιο τρόπο φαίνεται να είχε υπό τον έλεγχο της τις γειτονικές πόλεις Πήρεια, Φιλιαδώνα, Καράνδες και Χαλαί. Η Μελιταία άκμασε από τον 5ο αι. π.Χ. μέχρι και την Ρωμαϊκή εποχή. Μάλιστα στα χρόνια του Καρακάλα, αρχές 3ου αι. μ.Χ., ονομαζόταν και Σεβαστή, τίτλος που τον κατείχαν λίγες πόλεις, όπως η Λάρισα, η Λαμία και η Υπάτη, δείγμα της δύναμης που είχαν αποκτήσει οι πόλεις αυτές εκείνη την εποχή.